Τα ελάχιστα ψιλά μας
για την τελευταία δόση τους
Πόσο λίγη τσίπα πρέπει να διαθέτει ένας άνθρωπος που τον υποχρεώνουν οι «δοσάδες» του να κρατάει το λόγο του και να τιμάει την υπογραφή του; ε, πόση; Ως πού μπορεί να φτάσει η κόκκινη γραμμή τού εξευτελισμού του όταν τον πειθαναγκάζουν να γίνει αξιόπιστος;
Δεν κοκκινίζουν άραγε οι έλληνες πολιτικοί, όταν στις συναντήσεις με τους ομολόγους τους, τούς τραβάν τ’ αυτιά και τους ζητούν – σαν από σχολειαρόπαιδα – να τηρήσουν επιτέλους όσα αποφάσισαν ; τις αναγκαίες αλλαγές που ψήφισαν, τις μεταρρυθμίσεις που ενέκριναν και τις υπέγραψαν για να βγει η χώρα απ’ την τριτοκοσμική της σφαίρα; Ν’ απαλλαγεί εντέλει ο δημόσιος τομέας απ’ την κομματική φεουδαρχία.
Όχι, δεν ντρέπονται. Ίσα, ίσα την ώρα που δίνουν την υπόσχεση – σ’ εκείνους ότι θα τηρήσουνε το λόγο τους, και σε εμάς ότι αυτά τα μέτρα είναι και τα έσχατα – την ίδια ώρα έχουν στο μυαλό τους (σαν τον παίχτη του καζίνου που δανείζεται για να ρεφάρει) «δώστα μου τώρα που έχω την πρεμούρα, και βλέπουμε μετά». Και στρίβοντας οι άλλοι το κεφάλι, θα επιδοθούν οι προκομμένοι στις συνηθισμένες πρακτικές τους : αδράνεια κι αδιαφορία, σπατάλες και διορισμοί των συγγενών τους.
Μάλλον δεν έχουνε ντροπή. Αν είχαν τέτοιο αίσθημα, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Όταν λοιπόν τους βλέπω με την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια να δίνουνε στους «έξω» την υπόσχεση πως ναι, από δω και μπρος θα φανούνε συνεπείς, θυμάμαι τους δοσάδες της δεκαετίας του ’60. Που πέρναγαν από τις γειτονιές και ψωνίζανε οι νοικοκυρές με δόσεις, τραπεζομάντιλα, (ψευτο)κοσμήματα, σεντόνια, τέτοια. Μα όταν έφτανε η ώρα να πληρώσουν το λογαριασμό, κάποιες απ’ αυτές, πονηρές κι αναξιόπιστες, κρυβόντουσαν στα ενδότερα και βάζαν τα μικρά παιδιά να πούνε στο δοσά «δεν είναι μέσα η μαμά μου». Καθ’ έξιν και συστηματικά.
Αφού και τώρα ακόμα, όταν καταφθάνουνε στην χώρα (καληώρα) οι τροϊκανοί δοσάδες, μου ’ρχεται να σηκωθώ και να φωνάξω μπρος στο γυαλί της τηλεόρασης :
Μην τους πιστεύετε, μέσα είναι όλοι τους. Δεκαετίες, τώρα, και κρύβονται πίσω απ’ το δάχτυλό τους. Σκορποχέρηδες, αδίστακτοι κι ανίκανοι εντελώς– πλην ελαχίστων– να οργανώσουν οτιδήποτε ή να χειριστούν αποτελεσματικά τις καταστάσεις. Μην τους πιστεύετε τι λένε. Μέσα είναι, συμπολίτευση κι αντιπολίτευση. Μόλις γυρίσετε την πλάτη σας και φύγετε, θα επιδοθούν και πάλι στη γνωστή τους τακτική : θα διατηρήσουνε τους άχρηστους Οργανισμούς κομματικών κηφήνων, θ’ αυξήσουνε τα επιδόματα των υπαλλήλων της Βουλής, θα υποχωρήσουνε στις κλίκες των κλειστών επαγγελμάτων, θα ενδώσουνε σε απαράδεκτες απαιτήσεις Δικαστών και θα ζητήσουν ταπεινά συγγνώμη από τους εκκλησιαστικούς ταγούς.
Και την επόμενη φορά, λίγο πριν έρθετε, θα την πέσουνε ξανά – τραγικά μοιραίοι και ανήμποροι – στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Σαν τον παίχτη του καζίνου που έλεγα πιο πάνω ή, χειρότερα ακόμα, σαν τα πρεζόνια που ξαφρίζουν (για τη δόση τους κι αυτοί) τα τελευταία ψιλά από το κομπόδεμα της μάνας τους. Γιατί, αυτήν μονάχα έχουν του χεριού τους.
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=17903Δεν κοκκινίζουν άραγε οι έλληνες πολιτικοί, όταν στις συναντήσεις με τους ομολόγους τους, τούς τραβάν τ’ αυτιά και τους ζητούν – σαν από σχολειαρόπαιδα – να τηρήσουν επιτέλους όσα αποφάσισαν ; τις αναγκαίες αλλαγές που ψήφισαν, τις μεταρρυθμίσεις που ενέκριναν και τις υπέγραψαν για να βγει η χώρα απ’ την τριτοκοσμική της σφαίρα; Ν’ απαλλαγεί εντέλει ο δημόσιος τομέας απ’ την κομματική φεουδαρχία.
Όχι, δεν ντρέπονται. Ίσα, ίσα την ώρα που δίνουν την υπόσχεση – σ’ εκείνους ότι θα τηρήσουνε το λόγο τους, και σε εμάς ότι αυτά τα μέτρα είναι και τα έσχατα – την ίδια ώρα έχουν στο μυαλό τους (σαν τον παίχτη του καζίνου που δανείζεται για να ρεφάρει) «δώστα μου τώρα που έχω την πρεμούρα, και βλέπουμε μετά». Και στρίβοντας οι άλλοι το κεφάλι, θα επιδοθούν οι προκομμένοι στις συνηθισμένες πρακτικές τους : αδράνεια κι αδιαφορία, σπατάλες και διορισμοί των συγγενών τους.
Μάλλον δεν έχουνε ντροπή. Αν είχαν τέτοιο αίσθημα, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Όταν λοιπόν τους βλέπω με την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια να δίνουνε στους «έξω» την υπόσχεση πως ναι, από δω και μπρος θα φανούνε συνεπείς, θυμάμαι τους δοσάδες της δεκαετίας του ’60. Που πέρναγαν από τις γειτονιές και ψωνίζανε οι νοικοκυρές με δόσεις, τραπεζομάντιλα, (ψευτο)κοσμήματα, σεντόνια, τέτοια. Μα όταν έφτανε η ώρα να πληρώσουν το λογαριασμό, κάποιες απ’ αυτές, πονηρές κι αναξιόπιστες, κρυβόντουσαν στα ενδότερα και βάζαν τα μικρά παιδιά να πούνε στο δοσά «δεν είναι μέσα η μαμά μου». Καθ’ έξιν και συστηματικά.
Αφού και τώρα ακόμα, όταν καταφθάνουνε στην χώρα (καληώρα) οι τροϊκανοί δοσάδες, μου ’ρχεται να σηκωθώ και να φωνάξω μπρος στο γυαλί της τηλεόρασης :
Μην τους πιστεύετε, μέσα είναι όλοι τους. Δεκαετίες, τώρα, και κρύβονται πίσω απ’ το δάχτυλό τους. Σκορποχέρηδες, αδίστακτοι κι ανίκανοι εντελώς– πλην ελαχίστων– να οργανώσουν οτιδήποτε ή να χειριστούν αποτελεσματικά τις καταστάσεις. Μην τους πιστεύετε τι λένε. Μέσα είναι, συμπολίτευση κι αντιπολίτευση. Μόλις γυρίσετε την πλάτη σας και φύγετε, θα επιδοθούν και πάλι στη γνωστή τους τακτική : θα διατηρήσουνε τους άχρηστους Οργανισμούς κομματικών κηφήνων, θ’ αυξήσουνε τα επιδόματα των υπαλλήλων της Βουλής, θα υποχωρήσουνε στις κλίκες των κλειστών επαγγελμάτων, θα ενδώσουνε σε απαράδεκτες απαιτήσεις Δικαστών και θα ζητήσουν ταπεινά συγγνώμη από τους εκκλησιαστικούς ταγούς.
Και την επόμενη φορά, λίγο πριν έρθετε, θα την πέσουνε ξανά – τραγικά μοιραίοι και ανήμποροι – στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Σαν τον παίχτη του καζίνου που έλεγα πιο πάνω ή, χειρότερα ακόμα, σαν τα πρεζόνια που ξαφρίζουν (για τη δόση τους κι αυτοί) τα τελευταία ψιλά από το κομπόδεμα της μάνας τους. Γιατί, αυτήν μονάχα έχουν του χεριού τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου