Διάβασα με μεγάλη έκπληξη -και, ομολογώ, με μια κάποια ανατριχίλα- το χθεσινό άρθρο της «Αυγής» που πανηγύριζε για την απομάκρυνση του Παναγιωτόπουλου από το κανάλι των εκδοτών, την αποχώρηση της Τρέμη την άνοιξη από το δελτίο του Μega, εκτοξεύοντας τις γνωστές απειλές προς τον Πρετεντέρη. Κι αν αποφάσισα να γράψω αυτό το σημείωμα, είναι γιατί -όπως πολλοί άλλοι συνάδελφοι- ξεκίνησα τη δουλειά από την «Αυγή» και κρατώ μια πολύ ζεστή ανάμνηση από αυτήν την εφημερίδα, που υπήρξε μεγάλο φυτώριο γραφιάδων του ελληνικού Τύπου (αλλά και γραφειοκρατών της διαπλοκής).
Στα χρόνια τα δικά μου, η «Αυγή» ευτύχησε να έχει διευθυντές σαν τον Χρυσοστομίδη και τον Γιάνναρο, που ήξεραν να χαλιναγωγούν τα πάθη της νεότητας, χωρίς να προκαλεί το γράψιμο χασμουρητά. Χωρίς οι αντιπαραθέσεις, όσο σκληρές κι αν ήταν, να βγάζουν μισαλλοδοξία, να πληγώνουν ή να τρομοκρατούν. Αργότερα, διαβάζοντας με μανία ξένες εφημερίδες, κατάλαβα πώς μπορείς να αποδομήσεις έναν «αντίπαλο» χωρίς να τον βρίσεις ή να τον απειλήσεις. Τα μεγαλύτερα «χειρουργεία» έγιναν με τις πιο «ανώδυνες» λέξεις...
Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις, ομολογώ ότι στα τριάντα τόσα χρόνια που γράφω στις εφημερίδες έχω γράψει πολλές μαλακίες που πλήγωσαν και αδίκησαν ανθρώπους και δεν έχω κανένα πρόβλημα να παραδεχθώ -τώρα που αγγίζω την τρίτη ηλικία- ότι αν με γνώριζα στα τριάντα μπορεί και να μη μου μίλαγα. Όπως όλοι οι νέοι, πίστεψα κάποτε κι εγώ, σαν τον γνωστό ήρωα του Μοπασάν, ότι αρκούν πενήντα λέξεις για να γαμήσεις τον κόσμο.
Μεγαλώνοντας, έμαθα ότι στις δημοκρατικές κοινότητες δεν υπάρχουν εχθροί, αλλά ανταγωνιστές, ότι στις αντιπαραθέσεις υπάρχουν κανόνες και όρια και ότι όταν ο άλλος είναι πεσμένος δεν τον πυροβολείς στο κεφάλι. Με δυο λόγια, έμαθα ότι τα καλύτερα κείμενα γράφονται από «εντομολόγους» και όχι από λιβελογράφους. Κοινώς, μπορεί να μη γουστάρεις τον Πρετεντέρη, την Τρέμη ή τον Άδωνη, αλλά δεν μπορείς ούτε να τους απειλείς, ούτε να τους στοχοποιείς. Ακόμα και αν αυτό σου φέρνει ψήφους.
Πολύ φοβάμαι ότι η κρίση φέρνει στις πολιτικές και τις κοινοτικές αντιπαραθέσεις έναν ολοκληρωτισμό που στο τέλος θα τον πληρώσουμε όλοι ακριβά, ακόμα και αυτοί που σήμερα μοιάζουν να «γλεντούν» τα δημόσια λιντσαρίσματα ή εκείνοι που νομίζουν ότι απελευθερώνουν την κοινωνία από τους εχθρούς του λαού.
Φοβάμαι περισσότερο την άγνοια κινδύνου που επιδεικνύει η ηγεσία της Αριστεράς, που ενθαρρύνει τη μισαλλοδοξία, όπως με φοβίζει ο κυνισμός της (υποτιθέμενης) άρχουσας τάξης που δεν αποδέχεται την αυτονομία της πολιτικής και κάνει πως δεν βλέπει το φάντασμα μιας πρωτόγονης ολιγαρχίας να απειλεί τη δημοκρατία. Οι ψηφιακοί στρατοί μπορούν εύκολα να αλλάξουν στρατόπεδα και στόχο. Οι ψηφιακοί πόλεμοι μπορούν εύκολα να γίνουν υβριδικοί και να φέρουν χειρότερα δεινά από αυτά που υποτίθεται ότι θέλουν να πολεμήσουν.
Πώς το είπε ο D.H. Lawrence: Ωραίες οι επαναστάσεις, αλλά μετά πώς μαζεύεις τα κουμπούρια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου