Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

ΜΑΜΑ



Πυρ κατά ριπάς..............από τα ορύγματα της Γουμένισσας.

Χρήστος Σαμαράς, Δάσκαλος.

Μαμά.
Ήσουν εκεί ένα πρωί, με κόπο, ιδρώτα και ψυχή,
ήτανε έξι και μισή.
Κλάμα και δάκρυα γλυκά, κουράστηκες αλλά καλά,
τα πήγες μια χαρά.
Μου’ πες αργότερα πολύ, πώς μ’ έφερες μες στη ζωή
τι ζόρι, μα κι απαντοχή, για ένα δάκρυ, μια αγκαλιά
ένα χαμόγελο μιλά
και λέει μαμά, μαμά, μαμά.
Γενάρης κρύος , μα εσύ
ζεστή, ανέμελη, απλή, μου’ βαλες ένα φυλαχτό
το δάχτυλο σου να κρατώ, σφιχτά να μην τ’ αφήνω.
Κι όταν μεγάλωσα μετά, κρατώντας με απ’ το χέρι,
πρώτη μου μέρα στο σχολειό, με όπλο ένα φιλί
της μάνας το παράσημο στον πόλεμο μου εκεί.
Και καρναβάλι, τι χαζό, πρίγκιπας και καουμπόις εγώ,
Άρχοντας μα και δυνατός.
Και η ματιά μου που και που, γυρνούσε να σε βρει αλλού.
Α, όλα κι όλα είμαι γω, με στόφα ηρωικού παιδιού
ήρωας του παραμυθιού,
όπως μου λέει η μαμά.
Μα πού είναι τώρα στο καλό, α, νάτη, μου χαμογελά και περιμένει στη γωνιά.
Κι όσο μεγάλωνα, εκεί. Να προστατεύεις, ν’ αγαπάς, να σκέφτεσαι, να βοηθάς.
Και μία άναστρη νυχτιά, με τα δαιμόνια συντροφιά,
άφησες να κυλήσει απαλά, το χέρι σου απ’ το χέρι μου,
γλίστρησες στη κακονυχτιά, με ρούχο μία προσευχή.
Ήτανε έξι και μισή.    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου