ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΣΑΜΑΡΑ
ΤΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ Π. ΙΝΤΟΥ
«ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ
ΠΟΛΕΜΟΙ
ΑΠΟ
ΤΟ ΚΙΛΚΙΣ ΣΤΗ ΔΟΪΡΑΝΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΤΡΩΜΝΙΤΣΑ»
Αισθάνομαι
ιδιαίτερα προνομιούχος που μου δόθηκε η ευκαιρία να αξιολογήσω και να
παρουσιάσω ένα εξαιρετικής βαρύτητας έργο, που αναδύει τον πολύχρονο και
αδιάκοπο πόνο της διαρκούς αναζήτησης και μελέτης στοιχείων και πληροφοριών.
Υποβλήθηκα
στον γλυκύ βάσανο της απνευστί ανάγνωσης, όπως αριστοτεχνικά σχεδιάστηκε να υποδεικνύει
το ίδιο το έργο, που σε υποβάλλει σε έναν τρελό αναγνωστικό δρόμο ταχύτητας. Οι
παραστάσεις, οι εικόνες, τα συναισθήματα, δεν ξετυλίγονται απλώς, όπως σε κάθε
επιτυχημένο σύγγραμμα. Σκάνε, ως ηχηρά απανωτά ραπίσματα, αφυπνίζοντας την
υπνωτισμένη συνείδηση, παραδίδοντάς της μνήμες
και περιστατικά άγνωστα, καλά κρυμμένα και καταχωνιασμένα. Μακριά από τα
αδιάκριτα βλέμματα του αδιάφορου περιπατητή της απλής ιστορικής καταγραφής,
επιλέγονται από τον συγγραφέα με μαεστρία και καταχωρούνται πρώτιστα με
σεβασμό, αλλά και με κατηγοριοποίηση και ταξινόμηση, που κατρακυλά με βροντώδη
ρυθμικό καλπασμό για να προσελκύσει την προσοχή του αναγνώστη και να ανακόψει
επαναλαμβανόμενα την αναπνευστική του λειτουργία.
Η
παράθεση των μαρτυριών και των επιστολών, κυριολεκτικά συγκλονίζουν. Γνωστό και
άγνωστο ταυτόχρονα το τεράστιο εθνικό πάθος που καταμαρτυρείται στις
σελιδογραμμές που σκιρτάνε. Απύθμενη η μανία της καταδίωξης της νίκης και της
κατατρόπωσης του άδικου και αχάριστου εχθρού. Αστείρευτη η γαλαζόχρωμη αέναη αναζήτηση της δόξας.
Να
πέσω στη μάχη. Αυτό μόνο.
Η
παράθεση βέβαια όλων των πληροφοριών γίνεται με τον γνωστό μεθοδικό τρόπο του
συγγραφέα και με την αναγραφή όλων ανεξαιρέτως των χρησιμοποιούμενων πηγών.
Όσοι από εμάς παρακολουθούν τον Χρήστο Ίντο στα συγγραφικά του βήματα,
γνωρίζουν πολύ καλά τον τρόπο συγγραφής, την οργανωτική του ετοιμότητα, την
πληρότητα των επιχειρημάτων, καθώς και την αποδεικτική τους ακεραιότητα και
εγκυρότητα.
Εδώ
όμως, σε αυτό το σύγγραμμα, ξεπερνάει τον ίδιο του τον εαυτό.
Δεν
ακούγεται ο συνήθης, μονότονος,
επαναληπτικός ήχος της σκαπάνης του ερευνητή που ανασκάπτει και ανασύρει τα
λασπωμένα και ξεχασμένα αρχεία και πληροφορίες.
Αντίθετα,
μας ξεκουφαίνει ο τσιριχτός εκρηκτικός κοχλασμός,
ενός θηριώδους τρυπανοφόρου σκέψης, που θρυμματίζει και σκορπίζει σε κάθε
κατεύθυνση ψήγματα πολύτιμων γνώσεων και αναλύσεων. Πολυβολώντας, κατατρυπούν
τους νευρώνες μας και διοχετεύουν μια πολυπόθητη ουσία συναισθημάτων.
Συναισθήματα
που εμπλέκονται σε ανυπόφορο χορό. Αφόρητη η αναμονή για να ολοκληρωθεί το
εναγώνιο χοροπηδητό, ώστε ν’ ανασάνει η ψυχή.
Όμως
όχι. Ανηλεώς επιτίθενται οι λέξεις και τα ονόματα, οι ημερομηνίες και τα
σχεδιαγράμματα, οι ηρωισμοί και οι περιφανείς νίκες.
Γνωρίζω
την έκβαση των γεγονότων και βίωμα ελευθερίας είναι πλέον οι προ εκατονταετίας
πολεμικές επιχειρήσεις και τα θρυλικά στρατιωτικά κατορθώματα στο Κιλκίς.
Παρόλα αυτά τσαλαβουτώ στο βάλτο του καφεκίτρινου χαρτιού, ανήμπορος να
απελευθερωθώ.
Είμαι
στρατιώτης με τους στρατιώτες, αξιωματικός με τους στρατηγούς, λαός με τις
μάνες, δάκρυ για τους νεκρούς. Σφαίρα ! Γίνομαι σφαίρα της λευτεριάς και
ταξιδεύω να δω : τη διάσπαση του εχθρικού μετώπου, το φόβο στα μάτια των
προδοτών της ιερής συμμαχίας, το χαμόγελο στο ματωμένο χείλος του Έλληνα της
Ελλάδας, που από την όποια ξεφτισμένη άκρη της παλιάς πατρίδας έτρεξε να αφήσει
τα κοκαλάκια του στο θυμίαμα των Μακεδόνων παπάδων. Στο κρύο της μακεδονικής
γης, πιο κρύο από το παγωμένο αίμα, των ποταμιών το αίμα που χύθηκε για τις
πέτρες μας και το χώμα μας και τις μαργαρίτες μας, που τον Ιούνιο είναι παντού
στα λιβαδοχώραφα της ιστορικής μας γωνιάς.
Κι
οι Στρωμνιτσιώτες με πίκρα άφησαν όπως κι άλλοι πολλοί Έλληνες τις πατρογονικές
τους εστίες για να βρουν αποκούμπι πατρίδας στο Κιλκίς. Στο ματωμένο και ηρωικό
Κιλκίς, με τον Αϊ Γιώργη του, μάρτυρα
του πόνου αλλά και της ανείπωτης δόξας που κατέκτησαν οι υπερήρωες, καταθέτοντας
το υψηλότερο κόστος χωρίς την παραμικρή αμφιβολία να σκιάζει τα μάτια τους και
το μυαλό τους.
Αυτήν
την ικανότητα του συγγραφέα δεν την ήξερα. Το ανεξίτηλο χάραγμα στην καρδιά των
πατρογονικών μας μνημών, των μεγάλων μας εθνικών στιγμών, της γενικής αλλά και
της πολύ ειδικής εικόνας, της λεπτομέρειας που αθέλητα καταγράφεται στον σκληρό
ιστορικό δίσκο της φυλής, αλλά κυρίως της μεταφοράς ενεργών και ολοζώντανων
συναισθημάτων, μετά τόσων δεκαετιών και ενός ολόκληρου αιώνα, αυτό είναι που
κάνει τη διαφορά στο παρόν βιβλίο.
Μην
το διαβάσετε αν θέλετε μια απλή παραπομπή πληροφοριών και γεγονότων. Μην το
διαβάσετε για να σκοτώσετε την ώρα σας περιμένοντας κάτι άλλο. Μην το διαβάσετε
για να το συγκρίνετε με άλλα βιβλία ιστορικού ενδιαφέροντος. Μην το διαβάσετε
αν δεν είστε έτοιμοι να ταξιδέψετε στο χρόνο. Να πονέσετε όπως οι στρατιώτες
που έχαναν το διοικητή τους, να απογοητευτείτε όπως ο παπάς στην μεγαλειώδη
είσοδο του ελληνικού στρατού στη Στρώμνιτσα που δάγκωνε τα χείλη του
γνωρίζοντας ότι δεν θα ενσωματωνόταν στην Ελλάδα, να αδημονείτε όπως οι
τραυματισμένοι στρατιώτες να γυρίσουν στο μέτωπο της Δοϊράνης, να
αποχαιρετίσετε το χαμογελαστό αγόρι με τα καθάρια μάτια που θα δει για
τελευταία φορά το γαλάζιο του μακεδονικού ουρανού, να δοξολογείτε όπως οι
δάφνες που χάιδεψαν τα κόκκινα μάγουλα των ελληνόπουλων στις νίκες τους, να
πεθάνετε και να μιλήσετε με τις ψυχές των νεκρών για την τύχη των δικών τους
στα ξωκλήσια της Παναγιάς.
Δεν
συνηθίζω να διαβάζω ποτέ στα βιβλία τους καταλόγους ονομάτων που αναφέρονται.
Πόσο μάλλον όταν αυτοί είναι ατέλειωτοι και φαντάζουν μονότονοι και βαρετοί.
Τα
διάβασα ένα ένα. Όνομα, επίθετο, ημερομηνία και λόγος θανάτου, τόπος καταγωγής.
Ανατριχίλα σε κάθε γράμμα. Σύγκορμο τρέμουλο της μνήμης των ψυχών, που τιμημένα
πορεύονται προς τον ηρωικό και επιθυμητό θάνατο. Τους βλέπεις εκεί
αγκαλιασμένους να αιωρούνται χαμογελαστοί που τους δόθηκε η ευκαιρία να
ξαναβρεθούν στου χάρου τα αλώνια και να χορέψουν στα κάτασπρα μάρμαρα το χορό
του κιλκισιώτικου θριάμβου.
Μας
καλούν να διασκεδάσουμε μαζί. Να μην χύσουμε ούτε ένα δάκρυ. Να μην αποθέσουμε
ούτε ένα λουλούδι. Να μην χαλάσουμε μεγάλα λόγια. Μόνο να τους θυμηθούμε. Στο
σπίτι μας, στο χωράφι μας, στο σχολειό μας, στην πλατεία μας, στην εκκλησιά
μας. Μια μνήμη μόνο. Και μια χούφτα χώμα. Χώμα ελληνικό, χώμα μακεδονικό, χώμα
κιλκισιώτικο. Αυτό τους φτάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου